Τα μπαγιού του έρωτα (και η Τράπεζα Οφθαλμών) -under construction 

'Eνα ωραίο καλοκαίρι`       (5458 words) 

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

"O μικρός Πρίγκηπας" είναι ένα απ' τις πιο γνωστά και εμπορικά πετυχημένα κείμενα στον κόσμο. Η πιο γνωστή και μεταφρασμένη σε 300 γλώσσες και διαλέκτους νουβέλα του Γάλλου αριστοκράτη, διανοούμενου αεροπόρου Saint Antoine de Exupery ψηφίστηκε από τους συμπατριώτες του ως το καλύτερο βιβλίο του 20 αιώνα. Το βιβλίο εξιστορεί την σύντομη περιπέτεια ενός εξωγήινου μικρού πρίγκηπα στην Γη που συναντά τυχαία τον Ποιητή-αφηγητή στην αφρικανική έρημο. Σύμφωνα με την Wikipedia "ο μικρός Πρίγκηπας" είναι εμπνευσμένος από΄ το γιό ενός Καναδού φίλου του Ποιητή, τα χρόνια του β παγκοσμίου πολέμου που ο συγγραφέας γνώρισε όταν ήταν στην Νέα Υόρκη καθώς έγραφε την συγκεκριμένη ιστορία. Στο βιβλίο υπάρχουν επίσης και αυτοβιογραφικά στοιχεία από την πραγματική πτώση του αεροπλάνου του συγγραφέα στην έρημο Σαχάρα το 1935. Ο Συγγραφέας του μικρού Πρίγκηπα πέθανε λίγα χρόνια αργότερα, το 1944, όταν το μονοθέσιο αεροπλάνο του κατέπεσε στη μεσόγειο νότια της Μασσαλίας πιθανότατα στο αρχιπέλαγο Φριούλ. Το 2004 το κουφάρι του αεροπλάνου του, μαζί με ένα μπρασελέ-ταυτότητα που βρέθηκε το 1998 -αλλά η αυθεντικότητα του ακόμα αμφισβητείται, μεταφέρθηκαν και εκτίθενται στο αεροναυτικό μουσείο στο πρώτο και σημαντικότερο ίσως ιστορικά, αεροδρόμιο της γαλλικής πρωτεύουσας, το Αεροδρόμιο Le Bourget

Κυκλοφορεί η άποψη ότι ο de Exupery συνήθιζε κατά την διάρκεια των μοναχικών πτήσεων του στον μεγάλο πόλεμο, να διαβάζει μυθιστορήματα και να κρατά σημειώσεις για τις ποιητικές του ελεγείες σε ένα σημειωματάριο πιλοτάροντας ταυτόχρονα το μονοθέσιο αεροπλάνο του.

Yπάρχει που λες, μικρέ μου πρίγκηπα ένα μικρό μπρασελέ κάπου ξεχασμένο ανάμεσα σε αυτά τα πολλά σου, ανομολόγητα όσο και ανύπαρκτα υπάρχοντα. Είναι μέσα σε μια περίοπτη προθήκη στο δωμάτιο ενός μουσείου στο οποίο φυλάσσονται τα λιγοστά απομεινάρια ενός πανάρχαιου μονοθέσιου γαλλικού κατασκοπευτικού αεροπλάνου αμερικανικής κατασκευής που στοιχειώνει τα γλυκά σου όνειρα. Το μπρασελέ βρίσκεται στην κεντρική προθήκη προστατευμένο από τέσσερα αλεξίσφαιρα τζάμια ασφαλείας. Είναι ταλαιπωρημένο, με φανερά τα σημάδια του χρόνου αλλά και της αλμυρής γεύσης της λήθης πενήντα χρόνων παραμονής στο βυθό της θάλασσας. Όμως κατά τα άλλα το ντεκόρ είναι σαφώς μοντέρνο και παραπέμπει στον επόμενο αιώνα. Κάπου εκεί, σαν υποβολέας σε θεατρική παράσταση, υπάρχει κι ένας ποιητής φάντασμα, σφηνωμένος κάπου στην κρυστάλλινη σου μνήμη και που πλανάται σε δεκάδες τόνους του γκρίζου πάνω στις τεράστιες όμορφες φωτογραφίες στους τοίχους του δωματίου. Η ζεστή του παρουσία αγκαλιάζει το αεροπλάνο-απόκομμα , άλλοτε φορώντας πηλήκιο πιλότου και άλλοτε ξεπροβάλλοντας ανάμεσα σε λέξεις-λεζάντες με ζωηρή γραμματοσειρά και Bold χαρακτήρες από ποιήματα που περιγράφουν συνήθως εσένα.

Στις ασπρόμαυρες λεζάντες-ενότητες, από μία σε καθένα από τους τέσσερεις τοίχους του δωματίου, μαθαίνουν τα παιδιά των σχολείων και οι τουρίστες στο αεροναυτικό μουσείο για την ζωή του περίφημου Συγγραφέα -Αεροπόρου και την συνάντηση σας με αφορμή ένα αεροπορικό ατύχημα στην Αφρικανική Έρημο. Μετά το τσούρμο με τους τουρίστες μαθαίνουν για την απογείωση του "λευκού πουλιού", του L'Oiseau Blanc, ενός διπλάνου που εξαφανίστηκε στο έρεβος του Ατλαντικού στο βωμό της δόξας του επάθλου Orteig στη δεκαετία του 1920. Ο νικητής αυτής της δοκιμασίας, της πρώτης διατλαντικής πτήσης χωρίς ενδιάμεσο σταθμό, ο Charles Linbergh στέφτηκε νικητής δύο μόλις βδομάδες μετά την εξαφάνιση του λευκού γαλλικού διπλάνου, φιγουράρει σε μια μεγάλη ασπρόμαυρη αφίσα σε μια διπλανή αίθουσα. Κάπου εκεί είναι και το ομοίωμα του Σοβιετικού χορευτή Ρούντολφ Νουρέγιεφ, που αποσκίρτησε στη Δύση από το συγκεκριμένο αεροδρόμιο στα μπρούτζινα χρόνια του Ψυχρού πολέμου...

Eσύ τότε, μικρέ μου Πρίγκηπα, όπως λέει η δική σου η ιστορία στο τοίχο του μουσείου, ήσουν ένα μικρό αγόρι με ένα θύσανο ξανθά μαλλιά σα αναποδογυρισμένη σφουγγαρίστρα. Είχες, λέει η σεβάσμια Θεία της ιστορίας, κόσμια καταγωγή από τα βαλσαμωμένα -από τις πολικές θερμοκρασίες- υψίπεδα του Καναδά. Μέσα σε ασπρόμαυρα στίγματα όλων των τόνων του γκρι, ο εντυπωσιασμένος διακοσμητής του μουσείου αποτυπώνει την λάμψη σου στην ίριδα των ματιών του ποιητή. Εκεί ίσως σε πρωτοσυνάντησα και εγώ και όχι σαν σταλαγματιά από τα καθυστερημένα πρωτοβρόχια, ένα φθινοπωρινό απόγευμα της χρονιάς των Ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας. Αυτό να σου πω την αλήθεια λατρεμένε μου Πρίγκηπα δεν με ενδιαφέρει και τόσο πολύ έτσι κι αλλιώς αφού ποτέ δεν ήμουνα τακτικός με τις σκέψεις που κουβαλάω μέσα στο κεφάλι μου. Για μένα απλά με φοβίζει λιγάκι η τρελή σου καταγωγή και η ευκολία που αλλάζεις μαλλιά πάνω στο περήφανο σου λαιμό. Αλλά μπορεί να κάνω και λάθος έτσι που κλωθογυρίζουν μέσα μου όλοι οι μυθιστορηματικοί χαρακτήρες μιας συνηθισμένης ψηφιακής μυθοπλασίας-γραμματοσειράς Calibri.

Σήμερα γράφω -λοιπόν-για την ιστορία σου σε ένα ωραίο καφενείο που το λένε "Καμέλια". Το ζαχαροπλαστείο βρίσκεται κοντά στο σπίτι του παππού σου που σύντομα θα κληρονομήσεις. Από την θέση που κάθομαι βλέπω την παιδική χαρά με τις κούνιες που σε φέρναμε όταν ήσουνα ακόμα μωράκι....Ξέρω ότι έχουνε ήδη περάσει αρκετά χρόνια από τότε που σε γνώρισα σαν ιδέα , είτε σα πλάσμα που μετασχηματίζει ο χρόνος στον ουρανό σε αστερία υπέργειο, είτε σαν μυθιστορηματικό χαρακτήρα υπερήρωα που τις περιπέτειες του -όμως -έχω πια ξεχάσει. Πάντως, είτε ως νεύμα, είτε σαν επιθυμία ή σαν σκιά στον τοίχο σε κουβαλούσα μέσα μου από τότε που πρωτοθυμάμαι τον κόσμο μικρέ μου Πρίγκηπα. Άλλωστε κάθε φορά που τα θυμάμαι όλα αυτά για σένα, στο νου μου έρχεται πάντα και η μυρωδιά του θυμαριού στο νησί, και ο μονότονος αχός της μηχανής του πλοίου να συνεχίζει ακατάπαυστα ένα σχεδόν μελωδικό μονόλογο σαν μηχανική καρδιά κατά την διάρκεια του μεγάλου μας ταξιδιού μαζί στη θάλασσα της ανάμνησης. Μετά όμως βλέπω το περιπαιχτικό σου τσουλούφι που αλλάζει χρώματα και την ψιλόλιγνη μορφή σου που φτάνει θαρρείς να ακουμπά το χαμηλό ταβάνι του σαλονιού του πλοίου. Κλείνω τα μάτια και κυνηγάω την ανάμνηση σου στην κουπαστή της πρύμνης σαν τα θαλασσοπούλια που κυνηγάνε το ίδιο περιπαικτικά και μάταια το αυλάκι του πλοίου στην θάλασσα του Αιγαίου. Ανάλογα με την εποχή αλλάζεις χρώματα και στολές και περιγράμματα. Πάντα όμως με θυμάμαι να χαμογελώ επιδοκιμαστικά για το γυμνασμένο σου εφηβικό σώμα. Συνήθως σε βλέπω με μεγάλα ακριβά ακουστικά "b" και μπλουζάκι με φόρμα γυμναστικής και κάποτε με φράκο και παπιγιόν Γάλλου μαιτρ. Τις περισσότερες ωστόσο φορές φοράς τεράστιο τριγωνικό καπέλο αρλεκίνου, σα τα παραγεμισμένα χωνιά με πατάτες που παίρναμε συνέχεια όταν πήγαμε οι τέσσερεις μας για πρώτη φορά στο Άμστερνταμ. Τα πλοκάμια -πατάτες βέβαια στην περίπτωση σου είναι πλοκάμια-μαλλιά με βαριεστημένες μπούκλες που ολοένα στρώνεις με τα χέρια και ολοένα σου ξεφεύγουν, σαρώνοντας με το άλλο χέρι το μαύρο σου κινητό. Κάπως έτσι, χωρίς όμως το κινητό, σε έχει παραστήσει και ο φροντιστής της έκθεσης του αεροπόρου-Ποιητή στο γαλλικό μουσείο: ΄Ένα ψηλόλιγνο αγόρι -οκτώ με δέκα ετών- με ένα χωνί καπέλο με μπόλικη αστρόσκονη που ξεχειλίζει στο περίγραμμα της λεζάντας. Ο Ευγενής Αεροπόρος σε κοιτά χωρίς να σε ακουμπά ποτέ. Δεν ήσουνα ποτέ ο πραγματικός του γιός, ήσουνα το ατίθασο παιδί ενός Αμερικάνου φίλου του, όταν έγραφε τις περιπέτειες σου στην εξορία της Νέας Υόρκης. Πάντα σκέφτομαι την στιγμή που θα πάμε και μαζί στην Νέα Υόρκη και θα ξαναφορέσω στα πόδια στοιχισμένα στη σειρά ροδάκια και θα κυνηγήσουμε ξανά μαζί τα πανίσχυρα Twins...από το  Central προς το Βattery Park...από μνήμης. Και ας μην υπάρχει στα αλήθεια τίποτα από όλα αυτά.

Σε ξαναβρήκα λοιπόν χαμογελαστό στην λεζάντα του αεροναυτικού μουσείου έξω απ΄το Παρίσι στο μυθικό αεροδρόμιο του 20του αιώνα . Εκεί σε θυμάμαι καλά να μου κρατάς το χέρι στις βόλτες μας στον Σηκουάνα αλλά και όταν περιμέναμε υπομονετικά κάτω από την σκιά του μεταλλικού πύργου να ανεβούμε ως απάνω στο εργαστήριο του κύριου ΄Αιφελ. Από ψηλά κοιτάζαμε τους δρόμους του Παρισιού μια ωραία λαμπερή ημέρα λουσμένη στο φως. Πίσω μας η έρημος του παραμυθιού σου σα γραμμή με αμμόλοφους ανεβοκατεβαίνει σαν σκάλα-κορδέλα στο μεταλλικό πύργο γύρω γύρω χωρίς να τέμνεται πουθενά και αφήνοντας ανοίγματα μόνο στις δύο πόρτες της περιμέτρου του δωματίου του άλλου μουσείου.

Εσύ με την σειρά σου κοιτάς έναν μεσόκοπο διψασμένο άνδρα ζωγραφισμένο αρχικά με τα γήινα πράγματα αυτού του μικρού πλανήτη του ηλιακού μας συστήματος. Ωστόσο ο τύπος αυτός με την επιτηδευμένη αλλά και παιδιάστικη γραφή και το ωραίο χαμόγελο, μπορούσε πάντα να ακούει με τις ώρες τις αστείες σου ιστορίες για όλους τους φανταστικούς σου πλανήτες με δένδρα και τεράστιες ρίζες και κοτσονάτα τριαντάφυλλα με νύχια-αγκάθια. ΄Όλα αυτά καλέ μου Πρίγκηπα , είναι -το ξέρω πολύ καλά!- ακόμα πεντακάθαρα τακτοποιημένα στα θαρραλέα σου πριγκηπικά όνειρα πασπαλισμένα ωστόσο με την μοναδική σου αλλά και λιγάκι τρελούτσικη παιδιάστικη πριγκηπική θλίψη. Εσύ. βέβαια, μπαινοβγαίνεις καθημερινά -σαν τον μικρό πρίγκηπα- με το φως σα την σκιά και ρίχνεις τον προβολέα σου πάνω στο ορόσημο συντρίμμι που κάποτε ήτανε ένα μονοθέσιο αεροπλάνο ενός ξεχασμένου πολέμου, ενός περασμένου αιώνα. Ο Ποιητής σου χαμογελά. Εσύ του κρατάς συντροφιά με τα μάτια. Δεν χρειάζεται να του κρατάς το χέρι, αν και πού θαρρώ πως θα το ήθελε πολύ. Εσύ πάντα μαζί του μπορούσες να συνεννοηθείς με λίγες λέξεις. Αυτός ρωτούσε που και που και εσύ μιλούσες. Μερικές φορές και χωρίς καθόλου λόγια. Άλλοτε ωστόσο, μιλούσες και παραμιλούσες με τις ώρες και δεν σε φτάνανε οι ώρες ενός απογεύματος να ξετυλίξεις το νήμα της Αριάδνης.

Μέσα στη απέραντη έρημο της κοινής (μας!) μνήμης, μικρό μου αγόρι, αυτός ο άνθρωπος παρέμεινε για μέρες και χρόνια σκυφτός αλλά ποτέ νικημένος μέσα στην λαβωμένη του ιπτάμενη μηχανή. Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές από το καραφλό μου νησί ένα ανοιξιάτικο μελλοντικό απόγευμα ενός επόμενου αιώνα, τον φαντάζομαι αυτό τον λιγάκι παλαβό τύπο, σκεφτικό μέσα στην ασφυκτική του θανάσιμη πανοπλία από γαλβανιζέ μέταλλο να ακούει την ακατάπαυστη σου λογοδιάρροια κάποια ατέλειωτα στεγνά απογεύματα αλλά και βασανιστικά πρωινά κάτω από τον καυτό ανελέητο ήλιο της αφρικανικής ερήμου. Αυτός ο άνθρωπος είχε το μοναδικό προνόμιο και θλιβερή υποχρέωση να είναι ριζωμένος μέσα στη πιο ριζοσπαστική ρανίδα/σταλαγματιά της γενιάς των ανθρώπων που έχει περπατήσει ποτέ πάνω σ αυτή τη γη. ΄Ήτανε ένας ιπτάμενος ποιητής και πραγματικός ευγενής στην τάξη των ανθρώπων χωρίς όμως να έχει ποτέ ανάγκη τα αξιώματα και την καταξίωση των άλλων. Το μόνο που είχε ανάγκη, όσο ήτανε πληγωμένος ναυαγός μέσα στην μαυρίλα του καμένου λαδιού μηχανής και της μαύρης ακαταστασίας των γραπτών του ήσουνα εσύ. Το ίδιο άλλωστε συνέβαινε κι όσο ήτανε και αυτός ένας παλαίμαχος και ρωμαλέος διασκεδαστής των κυμάτων του ουρανού. Το μόνο πράγμα που του έλειπε, ήσουνα λοιπόν μονάχα εσύ: Eνα χαριτωμένο πλάσμα ατόφιο, με πριγκηπικό χιτώνα που έχει την μοναδική ικανότητα να βλέπει κατευθείαν μέσα στη ψυχή των άλλων. Είχε λοιπόν και αυτός πάντα την ανάγκη την δική σου, την καυτή παιδιάστικη ανάσα σου και την αγέρωχη ματιά σου στην τάξη των πραγμάτων σε κάθε στιγμή της ζωής του και ειδικά στην τελευταία. Όταν δηλαδή η ποιητική περιπέτεια της μικρής του ζωής έλαβε οριστικά ένα απότομο αλλά οπωσδήποτε δίκαιο τέλος. Την στιγμή που κοβότανε -λοιπόν-το νήμα της ζωής του ηρωικού Ποιητή,  κάποτε τον τελευταίο χρόνο του μεγάλου πολέμου των ανθρώπων τον προηγούμενο αιώνα, εσύ του κρατούσες το χέρι. Στο έρεβος του αφιλόξενου ωκεανού το φως των δικών σου ματιών ονειρεύτηκε και βρήκε την αιώνια γαλήνη. Αλλά και πριν από αυτό καθαυτό το βύθισμα στην άβυσσο του ατσαλένιου του πουλιού, μερικές άπειρες στιγμούλες πρωτύτερα, όταν το μολυβένιο του αεροπλάνο τσαλακωνόταν σα χαρτί εφημερίδας στα αιώνια κύματα της επιφάνειας των πραγμάτων, εσύ δεν έχασες καθόλου το τεράστιο σου κουράγιο. Ακόμα και όταν ακούστηκε -δηλαδή-εκείνος ο αποκρουστικός απύθμενος κρότος-κροτάλισμα της λαμαρίνας που συνθλίβεται από την βαρύτητα εσύ με την εφηβική σου άγνοια του έδινες απίστευτο κουράγιο. Εκείνος παρέμεινε λίγο άτεγκτος αλλά ωστόσο ακόμα μειλίχιος και σχεδόν ήρεμα σκάλιζε με σχετική ηρεμία την άμμο-αστερόσκονη στην αριστερή του τσέπη. Αυτό ίσως να μην συνέβη ποτέ πραγματικά γιατί, εσύ μικρέ Πρίγκηπα, του συμπεριφέρθηκες πάντα σαν το θαρραλέο αγόρι του παραμυθιού μπροστά στον γυμνό βασιλιά. Μπορεί ο βασιλιάς να ήτανε πανίσχυρος και να μην έδινε ποτέ δεκάρα για κανένα και για τίποτα στη ζωή του αλλά εσύ προσπέρασες την μεγαλοσύνη των περικοκλάδων του στέμματος στα αραιά του μαλλιά και είδες την αλήθεια της ερήμου μέσα στη σφιχτή του χούφτα. Λίγα γραμμάρια κόκκινης άμμου ίδια και απαράλλαχτη μ αυτή που μαζέψαμε μαζί ένα περασμένο καιρό στην έρημο του Wadi Rama μετρώντας μαζί τα αστέρια του ατελεύτητου ουρανού της Ιορδανίας. Με την έμφυτη γελοία αναίδεια του γατόπαρδου μπροστά σε υπερηχητικό πολεμικό αεροπλάνο και παράλληλα του τρελαμένου από΄ τις ορμόνες έφηβου δελφινιού μπροστά στην άσπρη οδοντοστοιχία ενός όμορφου κοριτσιού-γοργόνας, εσύ, μικρέ μου Πρίγκηπα, επέμεινες μονότονα με την αγριοφωνάρα σου να λες του ποιητή βασιλιά την αλήθεια για την ζωή. Του αράδιαζες λεπτομέρειες και ήσουνα έτοιμος να εκστομίσεις κατεβατά ολόκληρα για την γοητεία του υάκινθου καθώς κατεβάζει χυμούς την άνοιξη και τα πλεονεκτήματα των μεγαπίξελ στις υποβρύχιες κάμερες βυθού καθώς και την υφή στο τρίχωμα της γάτας Ιμαλαίων. Ωστόσο χωρίς να έχεις την βιάση της πτώσης που συνθλίβει τον χρόνο του είπες όλη την αλήθεια -είπαμε χωρίς να βιάζεσαι!- με την διαύγεια της νεαρής Πυθίας στο μεταλλικό τρίποδο των Δελφών.

"Τα αντικείμενα είναι άψυχα, ειδικά τα αεριωθούμενα με προπέλα- γι΄αυτό τσαλακώνονται πάντα μέσα στα κύματα..." του είπες..."και μετά εσύ..." συνέχισες χαμογελώντας, " αν και άριστος πιλότος και πραγματικός βασιλιάς στην πραγματικότητα των πραγμάτων έχεις όσους κόκκους ευτυχίας χρειάζεσαι μέσα στη τσέπη του δερμάτινου μπουφάν σου. Εσύ μεσόκοπε αεροπόρε μου έχεις ψυχή που έχει γκρίζες ανταύγειες στην αίθουσα σου στο μουσείο, με το λυπημένο σου απόκομμα αεροπλάνο πεταλίδα .....ειδικά στους κροτάφους-που δεν πρόλαβαν να γκριζάρουν πραγματικά ποτέ." Του πήρες το σημειωματάριο από τα γόνατα και ζωγράφισες ένα θλιμμένο ελέφαντα που κρύβεται....

Αυτά που του είπες και που αφορούν στην "ψυχή" των πραγμάτων ....σ αυτά πάντα τελικά συμφωνούσε μαζί σου. Είναι κάποια απ΄αυτά που σε μαθαίνει με την αγέραστη σοφία του ο παππούς σου, που, αν και έχει περάσει πια τα ενενήντα, κρατάει σταθερά τα γκέμια της αγήτευτης ατίθασης ψυχής σου. Φαίνεται ότι αρχίζω να τον καταλαβαίνω, αφού και εγώ σιγά-σιγά αρχίζω να μαθαίνω απ΄ την νοσταλγία κάποιου να ψυχανεμίζεται στο όμορφο πρόσωπο σου τα πολύχρωμα χούγια της επόμενης Άνοιξης που θα δει από την τηλεόραση. Ζει μέσα από τις αδήριτες περιπέτειες σου. ....Μετά όμως εσύ του ζήτησες να παλέψετε....

Μέσα από τον ευγενή Αεροπόρο μπορείς, λοιπόν και εσύ, να βλέπεις το σύνολο των προγόνων σου αλλά και των επόμενων γενναιόδωρων γενεών των ανθρώπων αυτού του κόσμου. Τον βλέπεις πάλι να κοιτά πάνω από τον ώμο σου τον ήλιο του απομεσήμερου στην έρημο. Στο μέτωπο του ίδρωναν νυσταγμένες οι έγνοιες σαν ερινύες. Τότε κι εσύ του θύμισες -χωρίς περιστροφές - το τέλος της ιστορίας σου που έγραψε αυτός για σένα αλλά σαν άνθρωπος μπορεί κιόλας να έχει πια εντελώς ξεχάσει. Άλλωστε είχες και εσύ την προνοητικότητα να αλλάζεις το τέλος κατά το δοκούν.

"Αρκεί βέβαια να είναι ένα γενναίο τέλος"

έλεγες μέσα από τα δόντια ίσα να ακούγεσαι. Του θύμισες την ψυχή σου καρυδότσουφλο που έφυγε από το σώμα της κάμπιας-πρίγκηπα -παιδιού όταν οι πλανήτες οριζοντιώθηκαν σε ένα μοναδικό κατακόρυφο τόξο. Του είπες για το πονηρό τσίμπημα του φιδιού και την εξημερωμένη ταξιδιάρικη διάθεση του αρνιού σου. Ήταν 21 Μαρτίου-η πρώτη μέρα της Άνοιξης πάλι τότε........

"Αν δεν μπορείς να συμβιβαστείς στην ιδέα των πραγμάτων τότε θα τρέχεις από δω και πέρα μόνο στα όνειρα μου, μικρέ μου Μεγαλειότατε¨ σου είχε τότε απαντήσει ο ποιητής σου σκουπίζοντας τον ιδρώτα της ερήμου από το πρόσωπο του με το ανάστροφο της παλάμης.

"και το καλοκαίρι αυτή τη φορά θα είναι ατέλειωτο...."

Ωστόσο αν και τα γυμνά του πόδια ήταν βυθισμένα στην καυτή άμμο της αφρικανικής ερήμου όταν το ατσάλινο κόκπιτ άγγιξε με την ματαιότητα του την γαλάζια θάλασσα, χωρίς να το θέλει, πρόλαβε και χάιδεψε κι αυτός την κοκκινωπή άμμο μέσα στην αριστερή του τσέπη όπως κάνω κι εγώ κάθε φορά που μελαγχολώ με τα σαχλά σου καμώματα. Δεν ξέρω αν μπορεί κάποιος από τους πολλούς επισκέπτες του μουσείου να δουν το κοκκινωπό ποτάμι της άμμου να τρέχει από το απλωμένο σου χέρι στο σκίτσο που σου ετοίμασε ο παλιός φίλος σου στο δικό σου βιβλίο, μικρέ μου Πρίγκηπα. Υπάρχει άλλωστε και η φουσκωμένη σου τσέπη στον ανατολικό τοίχο. Αλλά αυτό δεν αρκεί για να γίνεις χρυσόσκονη. Εσύ όμως, αλλά και εγώ, ξέρουμε όλη την αλήθεια, και αυτό μου αρκεί.

"Τα όνειρα κατοικούν μέσα στις γεμάτο άμμο και αστρόσκονη τσέπες μας "

Έτσι που λιώνουν χαριτωμένα μέσα στο χυτήριο της κοινής μας μνήμης οι άνθρωποι, τα γεωμετρικά σχήματα και τα χρώματα μαζί με τους ήχους και την μυρωδιά του αδυσώπητου χρόνου, σε φαντάζομαι πάλι και εγώ, μικρέ μου Πρίγκηπα, γυμνό μωράκι σε μια πολύχρωμη καλαθούνα να κλαις γοερά και εγώ να σε ανασηκώνω στο κόρφο μου και να κάνουμε επιτόπια βόλτα πάνω σε ένα παλιό αμερικάνικο διάδρομο γυμναστικής. Ήσουνα πολύ μικρός ακόμα ώστε να μπορούμε να κάνουμε οποιαδήποτε συζήτηση της προκοπής μικρέ μου πρίγκηπα, αλλά εξακολουθείς κάποτε να μου μιλάς και τώρα μόνο με τα μάτια όπως και τότε. Όπως δηλαδή συνήθιζες να κάνεις με τον πάλε ποτέ ποιητή αεροπόρο. Τότε εγώ σου λέω ακόμα και τώρα που έχεις γίνεις ολόκληρος άνδρας, άστοχα μικρά μονότονα σχόλια σε στιχάκια παιδιάστικά ,όπως παραδείγματος χάρη για το "...ποιος είναι ο καλύτερος γιός....." και αν έχεις μπρίο στην θεατρική περιφορά σου στους στίχους μου...δηλαδή και κάτι άλλες τέτοιες σάχλες σα τις μικρές σαρδέλες έξω από το νερό που γυαλίζουνε σα ψεύτικα στολίδια " για μια καινούργια αγάπη...." που ενδημεί ίσως μόνο στα μυθιστορήματα. Ο ποιητής Αεροπόρος δεν είχε ανάγκη να σε παινεύει έτσι γιατί πάντα έβλεπε με καθαρή ματιά μέσα στην ξεκάθαρη ψυχή του. ΄Ηταν άλλωστε ένας θρύλος που έλυσε και έδεσε ένα ολόκληρο αεροπλάνο μέσα στο λιοπύρι της ερήμου χωρίς εργαλεία και νερό αλλά μονάχα με οδηγό το ανάλαφρο άγγιγμα της γνωριμίας σου. Είχε επίσης άπειρο χρόνο να αφιερώσει στην αφεντομουτσουνάρα σου με το μαλλί στάχυ-πατσαβούρα και να την αποτυπώσει σε ένα τουλάχιστον ωραίο βιβλίο πετώντας ταυτόχρονα με το λαβωμένο του αεροπλάνο. ΄Ομως εγώ, μικρέ μου πρίγκηπα δεν είμαι ιπτάμενος ποιητής και τζέντλεμαν του μεσοπολέμου, με γαλλική προφορά και κάπα αεροπόρου. Εγώ νομίζω ότι που και που ζηλεύω πραγματικά την μυθιστορηματική σας σχέση που επέζησε θανάτους και θανάσιμη μοναξιά και που δεν έσβησε ούτε καν στη λήθη των κρύων ανοικτών νερών της μεσογείου. Ζηλεύω την αγάπη που αναδύθηκε ατόφια και δυνατή σαν τον Βελερεφώντη από τα έγκατα της μεγάλη θάλασσας και πήρε μορφή μπαρόκ προσκυνήματος σε ένα ωραίο μουσείο για αεροπλάνα.

Σκέφτομαι όμως επίσης και την ζωή-πυγολαμπίδα που γεννήθηκε άκαιρα μια καλοκαιρινή ημέρα πάνω στην άμμο για να ξεψυχήσει μέσα στον βραδινό αέρα της ερήμου πλάι σε ένα εξουθενωμένο ποιητή, εξερευνητή αεροπόρο του β παγκοσμίου πολέμου. Αυτό μάλλον συμβαίνει γιατί εγώ δεν ξέρω παρά μόνο να ενώνω τελείες σε σημαδεμένους καμβάδες ζωγραφικής και όλα τα βλέπω μέσα από μια τετράγωνη κοινή και κενή προσωπική μικρή λογική. Εσύ όμως πάντα έβλεπες πάνω από αριθμούς και συμβόλαια τιμής ακόμα και αυτά με τον εαυτό σου. Σ αυτό σου έδινε φτερά η πέννα του ποιητή η τα καφεινούχα αεριούχα που έπινες σαν νεροφίδα.

Γιατί απλά και εσύ μπορούσε με την σειρά σου να δεις μέσα στην ψυχή του ανθρώπου ποιητή που αργόσβηνε μονάχος -στην πραγματικότητα- αλλά ωστόσο σε ένα παράλληλο σύμπαν επίσης μπροστά στα μάτια σου- εκεί που δεν υπάρχουν σώματα και αρρώστιες και τα κουφάρια των ψυχών είναι αναλώσιμα γιατί απλά πεθαίνουν κάθε βράδυ ενώ την επομένη με το πρώτο φως του ήλιου ξαναγεννιούνται. Αυτά εγώ τα χούγια σου και τον παρεξηγημένο αψύ σου χαρακτήρα ποτέ δεν τα κατάλαβα πραγματικά. ΄Έμαθα με τον καιρό να σε συγχωρώ κλείνοντας στο βιβλίο σας μέσα ένα ακόμα φύλλο δικής μου θλίψης. Μέσα μου πάντα ήξερα ότι δεν θα μπορούσα ποτέ ξανά να είμαι τόσο δυνατός όσο ήσουν εσύ. ΄Έβλεπα την ζωή μας σα ένα εκκρεμές ασανσέρ να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μου: το δικό σου βαγόνι να ανεβαίνει και εμένα να καταποντίζεται σιγά σιγά στο άγριο κύμα του χειμώνα. Είναι η αναμφισβήτητη ροή των πραγμάτων. Μια ιστορία πηγαία και αναντίρρητη όσο και η βαρύτητα. Για εμάς τους άλλους, γιατί εσύ άλλαζες σώμα σαν το φίδι κατά το δοκούν. και ας φοβόσουν λιγάκι τα τσιμπήματα. Kαι πέταγες διαγράφοντας ένα τόξο προς την άκρη του ορίζοντα σε ένα τεράστιο γήπεδο με ασπρόμαυρα τετράγωνα σκακιέρας. Σε ποιον αρέσουν άλλωστε αυτά τα τσιμπήματα φιδιών? Σε κανέναν. Εσύ όμως έβλεπες και κάμποσες κινήσεις μπροστά στη μεγάλη σκακιέρα της ζωής. Έβλεπες και το μετά.

¨Βλέπω την επόμενη ΄Ανοιξη μέσα από τα μάτια του παππού"

Σε θυμάμαι σκεφτικό να βλέπεις λοιπόν επίσης, την ολοκάθαρη χαρά του ποιητή-αεροπόρου για την τροπή των πραγμάτων , το γεγονός δηλαδή, ότι πάντα αντιλαμβανότανε ολοκάθαρα ότι εσύ οπωσδήποτε μπορούσες να βλέπεις, αν και μύωπας με ασφάλεια πίσω από τις συμβατικές σκιές της ερήμου, πίσω από τα μέταλλα που θρυμματίζονται και μέσα από την ανταύγεια των χρωμάτων και των σωμάτων των καμικάζι αυτοκτονίας όταν διαμελίζονται στη μέση της αγοράς στο Αλ Χαλίλι. Γιατί , είπαμε, ήσουνα το βαγόνι το διαλεκτό που ολοένα ανεβαίνει και τυλίγεται στις φλέβες σαν πυραυλάκατος.

Γιατί εσύ μικρέ μας Πρίγκηπα, έχεις την ικανότητα να βλέπεις αληθινά ακόμα και μετά από τόσα πολλά χρόνια με την ευθύτητα και γοητεία του μικρού πρωταγωνιστή του παραμυθιού που έχει μεταφραστεί σε όλες τις γλώσσες των ανθρώπων αυτού του κόσμου. Όλοι - παρά το μικρό σου ανάστημα ακράδαντα πιστεύουν όλοι ότι θα μεγαλώσεις και θα σε θαυμάζουν τότε απείρως περισσότερο, έστω και από μακριά- σαν πυγολαμπίδα!

Ο ποιητής του οποίου εσύ τώρα μικρέ μου Πρίγκηπα κρατάς το μπρασελέ της μνήμης του στα όνειρα σου, ήταν βέβαια και αυτός ένας άνδρας με την αναίδεια του γατόπαρδου που ταλαιπωρεί τόσα χρόνια -όχι άδικα- και τα δικά σου όνειρα. Αυτός ο Γάλλος ευπατρίδης Αεροπόρος κατά την διάρκεια της ζωής του βρέθηκε μπροστά σε ένα μοναχικό σκιερό σταυροδρόμι. Προτίμησε την απόλυτη ζαριά στο κενό από τον έντιμο συμβιβασμό που θα κάναμε εμείς οι υπόλοιποι θνητοί. Στα γόνατα του θα έχει πάντα το σημειωματάριο του και ας παλεύει μονάχος το απόλυτο έρεβος.

Πάντως μικρέ μου Πρίγκηπα, πρέπει να θυμάσαι ότι αυτός ο πλούσιος Γάλλος αξιωματικός βέβαια, ποτέ δεν σε πήρε αγκαλιά όταν έλειωνες από τον πυρετό και δεν σου πρόσφερε ένα ποτήρι καθαρό νερό όπως η όμορφη μητέρα σου που σου μιλούσε αραβικά και σου φιλούσε πάντα το μέτωπο τα βράδια. ΄Άκουγε όμως όλες τις ιστορίες σου με πραγματικό ενδιαφέρον και που και που έκανε κι ένα πολύ ενδιαφέρον σχόλιο πάνω σ αυτά που μόλις είχε ακούσει

Ωστόσο όσον αφορά σε όλα τα υπόλοιπα -και τα άλλα τόσα τα περισσότερα- θα μπορούσε με ευκολία να τα κάνει και αυτός σα φυσιολογικός άνθρωπος. Θα μάθαινες μάλιστα από αυτόν παραδείγματος χάριν και μια ακόμα γλώσσα ευρωπαίων ευγενών. ΄Όχι ότι σου έλειψε ποτέ η γλωσσομάθεια. Αλλά η γνωριμία σου μαζί του σου χάραξε τη ζωή περισσότερο και από την γνώση των βιβλίων.

΄Όσο γι' αυτά τα περίτεχνα χρυσοποίκιλτα κοχύλια των ιπτάμενων μηχανών του και της ωραίας του ποίησης θα μπορούσε και αυτός να τα απορρίψει με ένα στυφό χαμόγελο στη στιγμή- χωρίς δεύτερη σκέψη , ειδικά όταν βυθιζότανε μονάχος στο έρεβος του αφιλόξενης λεκάνης της μεσογείου. ΄Όμως εσύ ξέρεις μικρέ μου Πρίγκηπα πως δεν θα το έκανε αυτό ποτέ ο Γάλλος σου ευπατρίδης γιατί λίγοι στον καιρό του είχανε την αποκοτιά να ανέβουν και να πολεμήσουνε σε ένα στενάχωρο αεροπλάνο του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου και ταυτόχρονα να μηχανορραφούν για πρίγκηπες και κουραφέξαλα μέσα στην στεγνή κοιλάδα της αφρικανικής ερήμου. Γνωρίζοντας τον ατέρμονο κήπο στο κέντρο της Νέας Υόρκης φαντάζομαι τον Γάλλο ευπατρίδη να σκαρώνει τα ωραία του στιχάκια πίνοντας καφέ. Εσύ τον κοίταζες από τον μικρό σου αμμόλοφο -της πέμπτης λεωφόρου είπαμε?- με περίσσιο θράσος και του έδινες που και που τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που σκαρφιζόσουν μέσα στο κεφάλι του.

"Τι ψάχνεις μέσα στα μαυρισμένα μπουλόνια και τα θλιβερά σου καλώδια? "μου είχες πει και μένα μέσα από ένα σύννεφο καπνού που δεν είχε την ποιητικότητα της απέραντης αφρικανικής ερήμου. Επίσης προφανώς δεν ήσουνα στην πέμπτη λεωφόρο, ούτε στο ground zero της αγαπημένης μου μεγαλούπολης.

Εγώ όμως δεν ήξερα τι ακριβώς έπρεπε να απαντήσω σε ένα μικρό Πρίγκηπα που κοιμότανε πάντα μέσα στην αστρόσκονη ενός ολόκληρου πλανήτη που ήτανε κατάδικός του και ήξερε και αυτός με τη σειρά του να μιλούσε μόνο για αυτόν. Εγώ άλλωστε δεν είχα ιπτάμενη μηχανή παρά ένα μικροαστικό αυτοκίνητο που δεν έλεγε να πάρει μπροστά και καμωνόμουνα τον χρήσιμο κουνώντας λιγάκι τα καλώδια στα μπουζί και ελέγχοντας το λάδι της μηχανής.

Δεν άξιζα βέβαια, την προσοχή που έδειχνες στον αεροπόρο της ερήμου. Αυτός άλλωστε ήτανε πια ένα πνεύμα ατόφιο που ζωντάνευε σε φωτογραφίες και αποφθέγματα σε αίθουσες μουσείου για παλιά θρυλικά αεροπλάνα, σε βιβλία με το όνομα σου και σε λήμματα της Wikipedia στους ιντερνετικούς παντοτινούς αιθέρες. Εγώ ήμουνα αυτός ο πεζός άνθρωπος που έπρεπε να σου λέω τι ώρα έπρεπε να πας για ύπνο....ακόμα κι αν είχες ακόμα τόσες πολλές απορίες....Τι γελοίο να κλείνεις όμως τα μάτια όταν έχεις όλους τους προβολείς απάνω σου...

Για αυτό και μόνο, νομίζω ότι δεν μπορώ να σου κρατήσω κακία περισσότερο από μια στιγμή. Γιατί εγώ είχα ονειρευτεί τις ικανότητες σου ακόμα κι όταν ήσουν γυμνοσάλιαγκας στη μήτρα της μητέρας σου και κρατούσα την τύχη σου στα χέρια σου... Είπανε ότι είχες ενδεχομένως αρρωστήσει βαριά στη μήτρα...το λέγανε οι εξετάσεις, ακόμα και ο διοικητής του ινστιτούτου Παστέρ. Μπορούσες, λέει να γεννηθείς τυφλός και κουφός με υδροκέφαλο. Εγώ όμως ήξερα ότι μπορούσα να σε απαλλάξω από αυτή την σκληρή καταδικασμένη μοίρα στη στιγμή. Ένα ανήμπορο τυφλό βρέφος δεν μπορεί όμως να γίνει ένας μικρός πρίγκηπας.....είπα ή μήπως μπορεί?

"το μόνο που θα θελα αν κάποτε σε ξαναδώ, είναι να πω ευχαριστώ για το θαύμα που είδα

και να δώσω για μια τελευταία φορά το ρυθμό στον τρελό σου χορό

στην λευκή καταιγίδα" Παύλος Παυλίδης

Μπορούσες όμως ωστόσο κλείνοντας τα μάτια πάντα να γυρίζεις στους αμμόλοφους της δικής σου ερήμου σφίγγοντας στη παιδική σου χούφτα το μπρασελέ του ΄Αραβα παππού σου, που ήτανε τόσο ίδιο με το μπρασελέ του αεροπόρου, φωτισμένο και λιγάκι θλιμμένο, στην προθήκη του γαλλικού μουσείου. Κλείνοντας τα μάτια μικρέ μου πρίγκηπα, εσύ μπορούσες πάντα να ταξιδεύεις.

Γιατί (ναι!) αυτή είναι η σωστή περιγραφή για αυτόν τον κύριο -μπρασελέ μικρέ μου Πρίγκηπα:

Ο τυπάκος που γνώρισες με τα ροζιασμένα χέρια μπηγμένα ένα ζεστό απόγευμα μέσα στην άμμο της ερήμου ήταν ένας όμορφος Αριστοκράτης. Παρόλα αυτά άφηνε συχνά το υπέροχο σπίτι του στην εξορία της μεγάλης πόλης, αλλά και το σκιερό του άνετο υπέρδιπλο κρεββάτι για να στριμωχτεί στην άβολη λαμαρίνα ενός προπολεμικού αεροπλάνου-λαιμητόμο. Αυτός ο αναιδέστατος ναυαγός του ουρανού από πεποίθηση και όχι από έπαρση έπαιρνε συχνά την ποίηση στα χέρια του και την γύριζε πάνω στα κύματα του ορίζοντα σαν ηχηρή πορδή.. Παρά την τραχιά υφή των χεριών του ενίοτε κρατούσε πηδάλιο μολύβι ή γραφομηχανή. Κατά την διάρκεια των μεγάλων ταξιδιών του πάνω απ΄τα κύματα του ουρανού ο Ποιητής άνοιγε το μικρό του σημειωματάριο και σκάλιζε στιχάκια. Το μεγάλο του ταλέντο ωστόσο δεν το χαράμισε αναίτια πεθαίνοντας μονάχος μια κρύα νύχτα σε ένα μονοθέσιο του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου μέσα στην μαύρη παγωμένη θάλασσα. Τα γραπτά του και οι φωτογραφίες του μείνανε κάμποσες γενιές άφθαρτα μνημεία δίπλα σε ένα θλιβερό τμήμα ενός αεροπλάνου τίγκα στην πεταλίδα μετά από παραμονή πενήντα χρόνων στον πάτο της μεγάλης θάλασσας. Επίσης τα λεπτά νοήματα της ιπτάμενης φιλοσοφίας του για τη ζωή και την "ψυχή" των πραγμάτων έμειναν αιώνια ψηφιακά αγώγιμα κύματα στο διαδίκτυο και είναι προσβάσιμα ακόμα και στις αποβάθρες των μετρό των μεγαλουπόλεων όλου του πλανήτη αλλά και σε όλες τις βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία όλου του κόσμου σε ωραία τυπωμένο χαρτί με εικόνες και γράμματα.

Εσύ, μικρέ μου πρίγκηπα, τον γνώρισες για πρώτη φορά μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Δεν ασχολήθηκες με τις ανούσιες λεπτομέρειες της ανώμαλης προσγείωσης του στη αφρικανική έρημο. Εσύ ρώτησες κατευθείαν τα πραγματικά ερωτήματα που τριβελίζουνε ακόμα και τώρα το όμορφο σου κεφάλι. Και καλά έκανες. Στη λευκή καταιγίδα της ερήμου έβλεπες μαύρο φως. Αυτός μέσα στην τρέλα της γήινης δίψας του ολοένα αναπολούσε το ρόλο των αγκαθιών στα λουλούδια σου μέσα στα παράξενα τους βάζα και τα μαύρα κλουβιά καπέλα που σκεπάζουν τις ιδέες με σάβανα πένθιμα. ΄Ηταν ωστόσο μακριά ακόμα το επόμενο ωραίο μαύρο καλοκαίρι....

Ο παππούς Μπουενδία* (πβ 100 χρόνια μοναξιάς- Γκαμπριελ Γκαρσία Μαρκέζ) μαζί με τον δικό σου παππού ανοιγόκλεισαν τα μάτια συγχρονισμένα με φανερή ανησυχία. Ο αχός της αγριεμένης θάλασσας στο ακρωτήρι του Καριφέα μετέφερε ένα βουητό...

" ένα παιδί δαρμένο έγινε αχινός

αν τους βαστάει τώρα ας με ξαναδείρουν, είπε

πήρανε ο μπαμπάς κι η μαμά μαχαίρι και πιρούνι

και χωρίς να τρυπηθούν, του φάγαν την καρδιά. "

Ενστικτωδώς σε αναζήτησα με τα μάτια. Η ωραιότητα της μοναδικότητας ματώνει αλλά κάπου μπορεί να μην είναι τόσο πρακτική. Δεν είχα όμως λόγους ανησυχίας.

Εγώ σε γνώρισα να μεγαλώνεις γρήγορα μέσα στο κουκούλι της πριγκηπικής αγάπης της μητέρας σου. Εσύ, βεβαίως, δεν ήσουν φυσικά ενήμερος για το πάθημα του ,παιδιού-αχινού στο "ωραίο καλοκαίρι" αλλά ακόμα και αν ήσουν, δεν θα έδινες ποτέ σημασία σε παρόμοιες κακοήθειες και στιχάκια ασήμαντων τραγουδοποιών ακόμα και αν τα φέρνει η θάλασσα εκεί που δεν το περιμένεις.

Σου είπα για το πάθημα του παιδιού ένα σκυφτό μεσημέρι αλλά εσύ μέσα από το ψηφιακό σου παιχνίδι μου είπες ότι όλα ετούτα τα χαζά τα ξέρεις και ότι δεν σου προξενούν δα και τόση εντύπωση. Μέσα στη αλυσοδεμένη ματιά του παππού Μπουενδία είδα τα μάτια του γιού μου. Η νοσοκόμα που σε σκούπισε κούμπωσε επιδεικτικά μπροστά μου ένα άλλο πλαστικό μπρασελέ με μπλε χάνδρες με το όνομα σου.

" την εποχή των ολυμπιακών της Αθήνας που έτυχε να σε γνωρίσω ένα απόγευμα...."

"Η πανοπλία αυτού του τύπου δεν ήτανε τελικά παρά ένα ιπτάμενο ατσαλένιο φέρετρο" μου είπες κραδαίνοντας το μπρασελέ του ποιητή στο δεξί σου χέρι.

¨Η μήπως ήτανε απλά ένας αχινός? "

΄Εβγαλες με αηδία το μπρασελέ του Άραβα παππού από το χέρι. Η ταυτότητα μπρασελέ έγινε μύρια θρύψαλα στο ξύλινο πάτωμα του καθιστικού μας. ΄Άφησε μάλιστα ένα θλιβερό ευμετάβλητο σημάδι να μας θυμίζει την περίσταση για πολλά χρόνια. Νομίζω όμως ότι κάπου κάπου θα του ξαναρίχνεις μια κρυφή ματιά....

Εσύ, ευτυχώς, μικρέ μου Πρίγκηπα που ξέρεις καλά τα αστέρια του κόσμου σου (ολόκληρου) ξέρεις και αυτόν τον άμυαλο τύπο και να τον συχωρνάς και που και που να τον σκέφτεσαι λιγάκι. Αυτό το ξέρω κι εγώ καλά γιατί μπορώ με ευκολία να δω το αποτύπωμα της αγάπης του για σένα μες στα μάτια σου. Όλα αυτά είναι όμως αρκετά ρηχά και ευτράπελα και δεν μπορεί κανείς να σε κατηγορήσει εσένα ότι η δικαιωμένη σου αφέλεια έχει οποιαδήποτε σχέση με το θάνατο ενός αεροπόρου-ποιητή. ΄Ισως έκανε κι αυτός τέτοιες άστοχες αποκοτιές σα το δαρμένο παιδί-αχινό. Ο άνθρωπος αυτός σε όλη τη ζωή κυνηγούσε τις χίμαιρες κρατώντας αναιδέστατα ,σαν τον τρελό ηδονοβλεψία, ένα αστείο ερωτηματικό πάνω στην γυμνή αλήθεια που μας πονά εμάς τους υπόλοιπους τα μάτια. Φόρεσε μια πανοπλία. Μια πανοπλία με τεράστια φτερά για να διαβάζει απερίσκεπτος τα βιβλία του. ΄Ομως εσύ ενδιαφερόσουνα πάντα πρώτα για την ουσία των πραγμάτων. Τα απόκρυφα αίτια.

Τώρα μετά από τόσους θανάτους και πολέμους, άλλες γενιές ήρθανε πια στη Γη. Τα παιδιά μας έχουνε μια άλλη λογική που εμάς πια μας ξεπερνά. Με τα δάχτυλα προσεγγίζουν την απέραντη ψηφιακή μνήμη όλων των γενεών του κόσμου. Εμείς τα βλέπαμε όλα live ή κάποτε τα διαβάζαμε σε βιβλία. Όμως κάποτε-κάποτε τα βιβλία τότες απαντούσανε και αυτά με τα γέρικα χέρια του παππού Μπουενδία που είχε κάποτε το σπίτι και το μπρασελέ που τώρα φοράς. Σε αυτά ποιος θα απαντήσει?

Μια παρθένα πάλλευκη ιέρεια του έρωτα με ανοιχτά τα πόδια -βορά στους άνδρες, μίλησε σήμερα καθήμενη πάνω σε ένα γυναικολογικό εξεταστήριο στο σύγχρονο ιερατείο του ανανεωμένου φόρουμ των Δελφών. Μίλησε για το μέλλον της μακρινής της πατρίδας. Κανένας δεν προσβάλλεται από αυτό το ανίερο θέαμα. Ίσως γιατί εσύ πρώτος της σκούπισες το μέτωπο από το άγχος της αμήχανης ακολασίας που δεν υπήρξε ποτέ. ΄Ίσως γιατί η ωμή αλήθεια των βραδιών μέσα στο ιδρωμένο αλισβερίσι του πληρωμένου έρωτα τελικά πανηγυρικά την δικαιώνει ως πραγματική ικέτιδα. Ο ποιητής βέβαια!-πάντα τελικά ήθελε να ξαστοχήσει. ΄Ίσως γιατί τα φτερά του ίκαρου-ποιητή έπρεπε να ξεκολλήσουν για να γευτεί το υπέρτατο μεγαλείο της πτώσης. Ίσως επίσης αυτή η ίδια η αναίδεια του να πεθάνει μονάχος μέσα σε ένα ιπτάμενο φέρετρο στον ουρανό με αλουμινένια φτερά, τον έσωσε τελικά από τον όλεθρο μιας ζωής που εκφυλίζεται μέσα σε αξιώματα και οφίτσια στο πλανήτη των οργανωμένων κοινωνιών των ανθρώπων. Αυτό που μένει τελικά είσαι εσύ μεγάλε ηλικιωμένε έφηβε υπέροχε πρίγκηπα μου. Έτοιμος να πας τη ρότα μια γραμμή παραπέρα, ένα στίχο ακόμα παρακάτω, μια ύπαρξη που δίνει πόνο στα πιο βαθιά μας όνειρα. Έτοιμος και πρόθυμος να δώσεις τα φώτα σου σε μια ακόμα παράσταση. Ατόφιος και χωρίς όρια. Με αιχμή και εφόδιο την αιώνια νεότητα σου.

Τώρα, ξαπλωμένος μέσα στο αίμα, βλέπω τη ζωή, τους στίχους και τα όνειρα ανοιχτά σαν αγκαλιά κοριτσιού που απομακρύνεται. Ένα μπρασελέ στο πάτωμα έγινε κοράλλι αλλά το κεφάλι μου δεν είναι πια δικό μου. 'Ολα με εγκαταλείπουν τακτικά και με τη σειρά τους. ΄Ενα ένα....Απομένεις μόνο εσύ, τελευταίος, σαν άγαλμα πάνω σε ένα άσπρο άλογο. Από εδώ και πέρα μπορείς να περιμένεις με τη σειρά σου μόνος, αλλά πανέτοιμος, την επόμενη ΄Ανοιξη το επόμενο δάγκωμα ενός ακόμα μοχθηρού φιδιού. Σε σκέφτομαι αλυσοδεμένος στο πάτωμα να αλλάζεις πάλι κουκούλι όταν ο ήλιος ευθυγραμμιστεί με την γη σε ένα ωραίο θελκτικό ταξίδι. Διαπλανητικό. Για βοηθό σου εύχομαι να έχεις τα ματωμένα αποτυπώματα από τα δάκτυλα του παππού, να τον θυμάσαι πάντα όμορφα αλυσοδεμένο πάνω στο δένδρο πλατάνι που το λένε ΖΩΗ. Σου εύχομαι κάποτε να νοιώσεις και εσύ την ζεστή του ανάσα να σε συντροφεύει στην πιο σκοτεινή στιγμή της νύχτας. ΄Ισως τότε δεις και την δική μου ματιά να σου δείχνει τον πιο δύσκολο δρόμο.

καλό σου βράδυ μικρέ μου Πρίγκηπα. καλό σου ταξίδι. 

Φωτογραφίες